«Η
εκπαίδευση των παιδιών είναι μια ασχολία στην οποία σημασία δεν έχει να
κερδίζουμε αλλά να χάνουμε χρόνο» υποστήριζε ο Ρουσσώ στον Αιμίλιο. Σίγουρα το
απόφθεγμα αυτό δεν το ακολουθούμε σήμερα. Οι ρυθμοί της εκπαίδευσης είναι ίδιοι με
εκείνους της κοινωνίας, πυρετώδεις. Στα παραδοσιακά σχολεία οι γνώσεις
εμφανίζονται σαν ένα κεφάλαιο που πρέπει να συσσωρευτεί. Απαιτείται ο μαθητής να
αποκτήσει τις περισσότερες γνώσεις στο μικρότερο δυνατό χρόνο. Επιπλέον υπάρχει
και ο βραχνάς του προγράμματος που πρέπει να καλυφθεί: ένας κατάλογος από
στόχους που πρέπει οπωσδήποτε να κατακτήσει σ` ένα συγκεκριμένο χρονικό
διάστημα. Αν το fast food εμφανίζεται ως μια εικόνα της σύγχρονης εποχής, τα
σχολεία φαίνονται σαν fast food της εκπαίδευσης: μέρη όπου δε γεύεσαι
τίποτα πραγματικά αλλά μόνο καταναλώνεις
γρήγορα και χωρίς ιδιαίτερη γεύση.
Το 1986
γεννήθηκε ένα κίνημα αντίδρασης στον πολιτισμό του fast food, το κίνημα του slow food που προωθεί την αργή σίτιση που
ξέρει να αναδεικνύει τα αρώματα, να
ανακαλύπτει εκ νέου τις παραδοσιακές τροφές και τα τοπικά προϊόντα. Πρόκειται
για ένα κίνημα που ξέφυγε από το στενό
πεδίο της διατροφής προωθώντας ένα υγιεινό τρόπο ζωής, φτάνοντας μέχρι το
πολιτικό project του slow city, ένα δίκτυο κυρίως μικρών Δήμων που
εργάζονται για τη βελτίωση της ποιότητας της ζωής των κατοίκων τους.
Μπορεί όμως
να υπάρξει εφαρμογή του κινήματος αυτού και στην εκπαίδευση;
Δεν υπάρχει κανένας λόγος για τον οποίο η
έκφραση «slow school» δεν πρέπει ή δεν μπορεί να αποκτήσει το κύρος του «slow food». Σε πολλές πτυχές της ζωής το να
κάνεις κάτι αργά συνδέεται με μια βαθιά ευχαρίστηση. Για παράδειγμα γιατί να προσπαθήσουμε να γνωρίσουμε τους θησαυρούς της αρχαίας
Αθήνας με μια σύντομη εκδρομή, αν
μπορούμε να αφιερώσουμε ένα δεκαήμερο για να τους θαυμάσουμε;
Είναι μια
άποψη που έχει υποστηρικτές. Δεν είναι λίγοι οι παιδαγωγοί, όπως ο Maurice Holt, ο Gianfranco Zavalloni ή ο Joan Domènech Francesch, που ερευνώντας τους ρυθμούς της σύγχρονης εκπαίδευσης
προτείνουν μια επιβράδυνση η οποία επιτρέπει καλύτερη ποιότητα μάθησης.
To slow school είναι μια προσπάθεια να βοηθήσουμε τα παιδιά μας να αναπτύξουν τέτοιες αξίες και ηθική ώστε
να ζήσουν μια χαρούμενη ζωή σε μια πιο ανθρώπινη κοινωνία.
Τα σχολεία μας, εντός και εκτός της
αίθουσας, είναι συνώνυμο του ανταγωνισμού. Μεταξύ των μαθητών όποιος συνηθίζει
γρηγορότερα τους ρυθμούς του σχολείου, όποιος καταφέρνει να αποθηκεύσει τη
μεγαλύτερη ποσότητα εννοιών είναι και ο νικητής του σχολικού ανταγωνισμού.
Όποιος μένει πίσω, όποιος έχει ρυθμούς πιο αργούς από εκείνους του σχολείου
είναι ο ηττημένος. Και όχι μόνο. Η παρουσία του στην τάξη είναι για τους
υπόλοιπους ένα βάρος, ένα εμπόδιο που δεν τους επιτρέπει να προχωρήσουν ακόμη
πιο γρήγορα. Βλέπουμε έτσι γονείς που αντιδρούν για τον αλλοδαπό μαθητή, που δε
γνωρίζει καλά τη γλώσσα ή για το μαθητή με μαθησιακές δυσκολίες που καθυστερεί
τη δουλειά της τάξης.
Το ανταγωνιστικό σχολείο είναι ένα
σχολείο υλιστικό και απάνθρωπο, που δεν ασχολείται με τη διαδικασία, την
προετοιμασία και τη σύνδεση των γνώσεων, που πίσω από τη μάσκα των αποτελεσμάτων κρύβει
την ελλιπή του συνεισφορά σε μια πιο δίκαιη κοινωνία. Το σχολείο που βιάζεται και τρέχει
είναι ένα σχολείο που δε μορφώνει επειδή η μόρφωση είναι μια αργή διαδικασία,
αν ως μόρφωση εννοηθεί η διαδικασία που μετατρέπει τη γνώση σε σοφία. Δεν είναι
δύσκολο να αποδειχτεί ότι η μεγάλη
πλειοψηφία των σχολικών γνώσεων είναι επιφανειακή, δεν μεταβολίζεται, ούτε
δημιουργεί ευκαιρίες αναστοχασμού. Οι γνώσεις που αποκτώνται ξεχνιούνται
γρήγορα για να δημιουργηθεί χώρος για νέες. Δεν μπορούμε να μιλάμε για μάθηση
έως ότου αυτό που μαθαίνουμε δεν αποκτά σημασία. Αλλά αυτό είναι εξαιρετικά
δύσκολο αφού το να ψάχνεις το νόημα απαιτεί χρόνο. Χρόνο για να εξετάσεις τη νέα γνώση με ηρεμία, να
πειραματιστείς, να τη συγκρίνεις, να
συζητήσεις με τους άλλους.
Είναι προφανές λοιπόν πως πρέπει να
αποφασίσουμε τις προτεραιότητες. Δεν μπορούμε να διδάξουμε τα πάντα. Πρέπει να
αποφασίσουμε ποιες είναι οι σημαντικές γνώσεις και να περάσουμε από μια
ποσοτική σε μια ποιοτική θεώρηση της παρεχόμενης εκπαίδευσης. Η απαγκίστρωση
από τον αγώνα δρόμου για την κάλυψη του προγράμματος θα μας επιτρέψει να
σεβαστούμε και τους διαφορετικούς ρυθμούς μάθησης των παιδιών.
Το πρόγραμμα σπουδών θα πρέπει να
ενθαρρύνει τους μαθητές να εξετάζουν συνεχώς την προσφερόμενη νέα γνώση από
διαφορετικές οπτικές και να διατυπώνουν ουσιαστικές ερωτήσεις. Μαθητές και
εκπαιδευτικοί μπορούν να εργάζονται σε ομάδες, όχι όμως σε τάξεις κουτιά, αλλά
σε λειτουργικούς χώρους που προσφέρουν ευελιξία. Η ποιότητα της σχέσης δασκάλου
– μαθητή είναι η υπέρτατη αξία και βρίσκεται στο κέντρο της θεωρίας του slow school.
Όλα αυτά φυσικά δεν είναι νέες
έννοιες. Στην πρωτοβάθμια εκπαίδευση πηγαίνουν πίσω στον Friedrich Froebel (19ος αιω.) ο οποίος αναγνώρισε τη σπουδαιότητα της
δραστηριότητας και του παιχνιδιού για την ενίσχυση της μάθησης, ιδέες τις
οποίες υιοθέτησε αργότερα και η Maria Montessori. Ένα στέλεχος της Google πρόσφατα αναφερόμενος στους ιδρυτές της είπε: «Δεν μπορείτε να κατανοήσετε τη Google εκτός κι αν γνωρίζετε πως τόσο ο Larry όσο και ο Sergey είναι
παιδιά Μοντεσσοριανού σχολείου. Πάντα ρωτούσαν «γιατί πρέπει να είναι έτσι;»»
Η ιδέα του slow school βασίζεται στην άποψη πως τα παιδιά
έχουν τα ίδια λόγο για την εκπαίδευση που λαμβάνουν και πρέπει να τους
επιτρέπεται να ερευνήσουν μόνα τους τον κόσμο σύμφωνα με τους δικούς τους
ρυθμούς. Όταν τα αφήνουμε να μάθουν εκείνο που θέλουν, όταν το θέλουν
πραγματικά και όχι όταν το σύστημα αποφασίσει πως πρέπει να το μάθουν. Όταν
οργανώσουμε εκ νέου το εκπαιδευτικό
ωράριο προβλέποντας ενότητες διάρκειας μεγαλύτερης της μιας ή δύο ωρών,
όταν αυξήσουμε τις ώρες για τη γνωριμία με το κοινωνικό και το φυσικό
περιβάλλον, όταν εισάγουμε ελεύθερες δραστηριότητες και φυσικά ένα διαφορετικό
τύπο αξιολόγησης που να σέβεται τη διαφορετικότητα κάθε μαθητή.
Αυτός ο τύπος εκπαίδευσης επιτρέπει
φυσικά κάποιο είδος ανταγωνισμού, χωρίς
όμως να μετατρέπει τα σχολικά χρόνια σε έναν αγώνα από τον οποίο μόνο ο πρώτος
θα βγει νικητής.
Το σχολείο αυτό αποφεύγει τον
κεντρικό γραφειοκρατικό έλεγχο και ξαναδίνει δύναμη στις σχολικές μονάδες,
καθεμία από τις οποίες αποφασίζει το
καλύτερο για τους μαθητές της.
Αυτός ο αργός ρυθμός εκπαίδευσης
έχει και κάποιους κινδύνους. Ο πρώτος είναι να μην προσφέρει αρκετή «τροφή»
στους πιο ταλαντούχους μαθητές, αφήνοντάς τους στη μέση της διαδρομής την οποία
θα μπορούσαν να διανύσουν. Ο δεύτερος αφορά τους μαθητές που προέρχονται από
υποβαθμισμένες περιοχές , για τους οποίους η δομή και η οργάνωση ενός τέτοιου
σχολείου μπορεί να αποβούν ανεπαρκείς. Στην πραγματικότητα όμως η σωστή
κατανόηση και εφαρμογή αυτού του
εκπαιδευτικού συστήματος θα μας επιτρέψει να αποφύγουμε αυτές τις παγίδες ώστε
να ικανοποιηθούν οι απαιτήσεις όλων των μαθητών.
Πολλά έχουμε να μάθουμε από το
Φινλανδικό εκπαιδευτικό σύστημα. Η λογική του είναι αντίθετη με την άσκηση
πίεσης στους μικρούς μαθητές η οποία είναι πολύ διαδεδομένη αλλού. Οι Φιλανδοί
ξεκινούν το σχολείο στα επτά τους χρόνια και έχουν τις λιγότερες ώρες σχολείου
και εργασιών από οποιοδήποτε μαθητή άλλης χώρας. Έχουν λιγότερες εξετάσεις (το
πρώτο υποχρεωτικό θεσμοθετημένο τεστ γίνεται στην ηλικία των 16 ετών), οι
δάσκαλοι δεν κρατούν τους μαθητές περισσότερο από 4 ώρες στην τάξη (οι
υπόλοιπες ώρες αναλώνονται σε «επαγγελματικές δραστηριότητες»), όλοι οι
εκπαιδευτικοί έχουν μεταπτυχιακό (το οποίο είναι πλήρως επιδοτούμενο), το
αναλυτικό πρόγραμμα έχει μόνο γενικές κατευθυντήριες γραμμές και τελικά οι μαθητές πετυχαίνουν καλύτερα αποτελέσματα
στα διεθνή τεστ επιδόσεων.
Μήπως λοιπόν
πρέπει να αλλάξουμε το σχολείο μας αφού:
·
Το σχολείο είναι
ο τόπος όπου μαθαίνουμε πώς να μαθαίνουμε, να σκεφτόμαστε και να είμαστε
υπεύθυνοι.
·
Στο σχολείο όπως
και στη ζωή δεν πρέπει να διαχωρίζουμε τη θεωρία από την πρακτική αφού μαθαίνουμε τόσο με το μυαλό όσο και με
τα χέρια, τις αισθήσεις αλλά και την καρδιά.
·
Η γνώση δεν είναι
μια αποσκευή που μεταφέρεται, αλλά χτίζεται ομαδικά.
·
Η εκπαίδευση,
όπως και η μάθηση, είναι μια δυναμική διαδικασία που, ξεκινώντας από μια
περιστασιακή ανάγκη, δηλαδή από την πραγματικότητα, οδηγεί στη γνώση.
Μπορούμε να
αλλάξουμε λοιπόν το πολυάσχολο, , το
αγχώδες , το ανυπόμονο, το επιφανειακό εκπαιδευτικό περιβάλλον που κυριαρχεί
σήμερα.
Ενημερώνοντας
– εκπαιδεύοντας τους γονείς και τις
τοπικές κοινωνίες σχετικά με τους κινδύνους και τις ελλείψεις του σημερινού
εκπαιδευτικού μοντέλου.
Δημιουργώντας
περιβάλλοντα μάθησης σχεδιασμένα με
προσοχή και βασισμένα στους αργούς ρυθμούς μάθησης, που βοηθούν στον αναστοχασμό
και βάζουν την ποιότητα πάνω από την ποσότητα, που επιτρέπουν τη δημιουργία
ερωτήσεων, τη δημιουργικότητα και την καινοτομία.
Αναπτύσσοντας
αναλυτικά προγράμματα με μεγαλύτερο
«βάθος» παρά «εύρος».
Διασφαλίζοντας
πως το αναλυτικό πρόγραμμα λαμβάνει
υπόψη την τοπική κουλτούρα και τη μοναδικότητα της τοπικής κοινωνίας.
Συζητώντας σοβαρά για την κατάργηση των τυποποιημένων
εξετάσεων και της παραδοσιακής βαθμολόγησης.
Πιέζοντας την κυβέρνηση ώστε να διαθέσει τα απαραίτητα
κεφάλαια για να διασφαλιστεί πραγματική εκπαιδευτική ισότητα για όλους τους
μαθητές.
Υιοθετώντας μοντέλα ευέλικτης προσωποποιημένης μάθησης που
λαμβάνει υπ` όψη πότε οι μαθητές είναι έτοιμοι να συμμετάσχουν για να
αποκτήσουν συγκεκριμένες σημαντικές δεξιότητες.
Υποστηρίζοντας
τη συνεργασία μεταξύ των εκπαιδευτικών.
Κάνοντας τις απόψεις και τις επιλογές των μαθητών
αναπόσπαστο μέρος της καθημερινής διδασκαλίας και μάθησης.
Δείτε τρία ενδιαφέροντα βίντεο
·
St Silas Primary School - A Case Study In Slow
Eduction
·
Matthew Moss Slow School
·
Μια μέρα σ`
ένα σχολείο της Φινλανδίας
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου